Ήταν, μάλλον εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 80, όταν πήγαμε για παραθέριση, όλη η φαμίλια μαζί, νονοί και συγγενείς στη Ζάκυνθο... Μέναμε στο Tsilivi Beach Hotel, άξιο εκπρόσωπο αυτών των ξενοδοχείων, που κτίστηκαν για να εξυπηρετήσουν γρήγορα το μαζικό τουρισμό, που ξαφνικά είχε ανακαλύψει τη Ζάκυνθο και σταδιακά όλη την Ελλάδα.
Δεν θυμάμαι και πάρα πολλά, αφού ήμουν μια σταλιά ακόμα, αλλά θυμάμαι πάρα πολύ καλά τα τεράστια, μα τεράστια κύματα που είχα να αντιμετωπίσω. Σίγουρα θα φαίνονταν και ακόμα πιο τεράστια λόγω του συγκριτικά μικρού μεγέθους μου, αλλά εγώ ήμουν πεπεισμένος ότι η θάλασσα δεν ήταν το Ιόνιο, αλλά ένας μεγάλος ωκεανός!
Έπαιζα συνέχεια, χανόμουν στα αφρισμένα κύματα που ξεδιπλώνονταν στην άμμο άλλοτε με δύναμη και άλλοτε με ηρεμία. Πάντα όμως μου προκαλούσαν δέος. Η μάνα μου, μαζί με τη νονά μου φυσικά, δεν συμμερίζονταν αυτή την έξαψη μου και μάλλον θα καταριόταν τη στιγμή που με φέρανε εκεί γιατί κατάντησαν για ένα 15νθημερο τουλάχιστον καρδιακές... Εμένα όμως δε με ένοιαζε τίποτα... Μόνο να παίζω στη θάλασσα, να ξαπλώνω και να ζωγραφίζω με τα χέρια μου πάνω-κάτω το αγγελάκι στην αμμουδιά, να τρέχω σα μουρλός στους κήπους του ξενοδοχείου και να προσπαθώ να πάρω κάνα παγωτό στη ζούλα, αν και γενικά με δυσκολία έτρωγα φαγητό... Αλλά το παγωτό ήταν παγωτό... Και μετά βόλτες με το πορτοκαλί Audi 80, του 79, του μπαμπά στα χωριά και στην πόλη της Ζακύνθου.
Από τότε, από εκείνο το ξένοιαστο καλοκαίρι στις αρχές του 80, που τέτοια καλοκαίρια δεν ξανάρχονται ποτέ πια, έχω να πάω σε αυτό το νησί των Επτανήσων. Η αλήθεια είναι πως μετά η Ζάκυνθος συνδυάστηκε στο μυαλό μου, ως ένα μέρος που πάνε οι Αγγλάρες και μπεκροπίνουνε και γίνονται roast beef από τον ήλιο, αλλά να πω την αλήθεια μετά ήρθε και η μικρή και μεγάλη χελώνα Καρέτα- Καρέτα και με μάλωσε...
Μου μίλησε για ένα πανέμορφο νησί, ειδικά στα ορεινά του μέρη, με παραλίες μοναδικές. Άλλες πελώριες και άλλες μικρές με πράσινα νερά, σπηλιές και ναυάγια διάσημα και πολυφωτογραφημένα. Για χωριά μεσαιωνικά και βενετσιάνικες εκκλησίες, και ιστορίες οικογενειών παλιών. Για το λόφο του Στράνη και το Δ. Σολωμό, που χάζευε το πράσινο και το Ιόνιο, και εμπνεύστηκε τον Ύμνο εις την Ελευθερία. Για τις απέραντες εκτάσεις με τις ελιές και τα πεύκα, μοναστήρια και τον Άγιο Διονύσιο. Για μοναδικές ερωτικές καντάδες και τραγούδια, εμβατήρια και ορχήστρες. Αλλά και για δυνατούς σεισμούς που ταρακουνάνε συνέχεια το νησί, αλλά αυτό μαθημένο πια, δεν καταλαβαίνει τίποτα. Για ηλιοβασιλέματα από κορφές βουνών και λόφων που το μάτι δεν χορταίνει να βλέπει και να βυθίζεται στο γαλάζιο και στο πορτοκαλί του ήλιου. Για το Πάσχα της Ζακύνθου, της Επτανήσου, τα πένθιμα εμβατήρια και την περιφορά του Εσταυρωμένου, και της εικόνας της Mater Dolorosa (Παναγίας του Πάθους). Για τον επιτάφιο που βγαίνει στις 4 το πρωί του Μ. Σαββάτου και την πρώτη Ανάσταση, όπου οι νοικοκυρές σπάνε τις πήλινες στάμνες τους από τα μπαλκόνια. Για τους ύμνους που ψάλλονται κατά την ιδιόμορφη Ζακυνθινή εκκλησιαστική μουσική. Για τα πανηγύρια που γίνονται από άκρη σε άκρη του νησιού τη Δευτέρα του Πάσχα, και για την περιφορά της εικόνας της Παναγίας της Λαουρένταινας, από το Ψήλωμα (Μπόχαλη) προς τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας!
Για αυτά και για πολλά άλλα μου μίλησε η μικρή και η μεγάλη Καρέτα-Καρέτα και με προσκάλεσε φέτος, να ανοίξω πανιά και να βρεθώ στη Ζάκυνθο, να γευτώ ένα Πάσχα διαφορετικό, ένα Πάσχα Ελληνικό αλλά και Επτανησιακό, να ανακαλύψω και πάλι ένα μέρος που έχει μείνει αποτυπωμένο στο μυαλό με μια γαλάζια αφρισμένη εικόνα, σαν Polaroid από το παρελθόν.
Σίγουρα θα έχει αλλάξει, αλλά είναι εκεί και περιμένει...
Το φιόρο του Λεβάντε, θα μου δείξει άραγε πόσο νεό και φρέσκο είναι ακόμα;
Καλό Πάσχα!
Δεν θυμάμαι και πάρα πολλά, αφού ήμουν μια σταλιά ακόμα, αλλά θυμάμαι πάρα πολύ καλά τα τεράστια, μα τεράστια κύματα που είχα να αντιμετωπίσω. Σίγουρα θα φαίνονταν και ακόμα πιο τεράστια λόγω του συγκριτικά μικρού μεγέθους μου, αλλά εγώ ήμουν πεπεισμένος ότι η θάλασσα δεν ήταν το Ιόνιο, αλλά ένας μεγάλος ωκεανός!
Έπαιζα συνέχεια, χανόμουν στα αφρισμένα κύματα που ξεδιπλώνονταν στην άμμο άλλοτε με δύναμη και άλλοτε με ηρεμία. Πάντα όμως μου προκαλούσαν δέος. Η μάνα μου, μαζί με τη νονά μου φυσικά, δεν συμμερίζονταν αυτή την έξαψη μου και μάλλον θα καταριόταν τη στιγμή που με φέρανε εκεί γιατί κατάντησαν για ένα 15νθημερο τουλάχιστον καρδιακές... Εμένα όμως δε με ένοιαζε τίποτα... Μόνο να παίζω στη θάλασσα, να ξαπλώνω και να ζωγραφίζω με τα χέρια μου πάνω-κάτω το αγγελάκι στην αμμουδιά, να τρέχω σα μουρλός στους κήπους του ξενοδοχείου και να προσπαθώ να πάρω κάνα παγωτό στη ζούλα, αν και γενικά με δυσκολία έτρωγα φαγητό... Αλλά το παγωτό ήταν παγωτό... Και μετά βόλτες με το πορτοκαλί Audi 80, του 79, του μπαμπά στα χωριά και στην πόλη της Ζακύνθου.
Από τότε, από εκείνο το ξένοιαστο καλοκαίρι στις αρχές του 80, που τέτοια καλοκαίρια δεν ξανάρχονται ποτέ πια, έχω να πάω σε αυτό το νησί των Επτανήσων. Η αλήθεια είναι πως μετά η Ζάκυνθος συνδυάστηκε στο μυαλό μου, ως ένα μέρος που πάνε οι Αγγλάρες και μπεκροπίνουνε και γίνονται roast beef από τον ήλιο, αλλά να πω την αλήθεια μετά ήρθε και η μικρή και μεγάλη χελώνα Καρέτα- Καρέτα και με μάλωσε...
Μου μίλησε για ένα πανέμορφο νησί, ειδικά στα ορεινά του μέρη, με παραλίες μοναδικές. Άλλες πελώριες και άλλες μικρές με πράσινα νερά, σπηλιές και ναυάγια διάσημα και πολυφωτογραφημένα. Για χωριά μεσαιωνικά και βενετσιάνικες εκκλησίες, και ιστορίες οικογενειών παλιών. Για το λόφο του Στράνη και το Δ. Σολωμό, που χάζευε το πράσινο και το Ιόνιο, και εμπνεύστηκε τον Ύμνο εις την Ελευθερία. Για τις απέραντες εκτάσεις με τις ελιές και τα πεύκα, μοναστήρια και τον Άγιο Διονύσιο. Για μοναδικές ερωτικές καντάδες και τραγούδια, εμβατήρια και ορχήστρες. Αλλά και για δυνατούς σεισμούς που ταρακουνάνε συνέχεια το νησί, αλλά αυτό μαθημένο πια, δεν καταλαβαίνει τίποτα. Για ηλιοβασιλέματα από κορφές βουνών και λόφων που το μάτι δεν χορταίνει να βλέπει και να βυθίζεται στο γαλάζιο και στο πορτοκαλί του ήλιου. Για το Πάσχα της Ζακύνθου, της Επτανήσου, τα πένθιμα εμβατήρια και την περιφορά του Εσταυρωμένου, και της εικόνας της Mater Dolorosa (Παναγίας του Πάθους). Για τον επιτάφιο που βγαίνει στις 4 το πρωί του Μ. Σαββάτου και την πρώτη Ανάσταση, όπου οι νοικοκυρές σπάνε τις πήλινες στάμνες τους από τα μπαλκόνια. Για τους ύμνους που ψάλλονται κατά την ιδιόμορφη Ζακυνθινή εκκλησιαστική μουσική. Για τα πανηγύρια που γίνονται από άκρη σε άκρη του νησιού τη Δευτέρα του Πάσχα, και για την περιφορά της εικόνας της Παναγίας της Λαουρένταινας, από το Ψήλωμα (Μπόχαλη) προς τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας!
Για αυτά και για πολλά άλλα μου μίλησε η μικρή και η μεγάλη Καρέτα-Καρέτα και με προσκάλεσε φέτος, να ανοίξω πανιά και να βρεθώ στη Ζάκυνθο, να γευτώ ένα Πάσχα διαφορετικό, ένα Πάσχα Ελληνικό αλλά και Επτανησιακό, να ανακαλύψω και πάλι ένα μέρος που έχει μείνει αποτυπωμένο στο μυαλό με μια γαλάζια αφρισμένη εικόνα, σαν Polaroid από το παρελθόν.
Σίγουρα θα έχει αλλάξει, αλλά είναι εκεί και περιμένει...
Το φιόρο του Λεβάντε, θα μου δείξει άραγε πόσο νεό και φρέσκο είναι ακόμα;
Καλό Πάσχα!
4 σχόλια:
Πολύ όμορφα να περάσεις... τίποτε μην αφήσεις να σου χαλάσει την όμορφη εικόνα που έχεις τόσα χρόνια για το νησί!
Καλή Ανάσταση σου εύχομαι!
Πω πω ζηλευώ όσους κάνουν Πάσχα επαρχία!
Να περάσεις καλά και να χαρείς τη φύση!
καλή Ανάσταση!
Κ όταν με το καλό επιστρέψεις και εφόσον δεν βαριέσαι σε έχω προσκαλέσει σε ένα παιχνιδάκι
;)
Καλό Πάσχα,λοιπόν,στο όμορφο το Τζάντε!!!
Να περάσεις όσο πιο ευχάριστα γίνεται!
Να απολαύσεις τις πασχαλινές διακοπές σου!!!!
μεγάλη ζήτηση έχει φέτος η ζάκυνθος!
καλό πάσχα να περάσετε.
Δημοσίευση σχολίου